Δωροδοκούμε τους πάντες για ν' ακροβατήσουμε.
Με μάτια κλειστά σημαδεύοντας την άκρη.
Προκαταβάλλουμε το τίμημα ολόκληρο
για τις παραγγελίες που δίνουμε
στην ανοιχτή αγορά της μνήμης.
Με μια προτίμηση στα τραύματα.
Τα απλά αινίγματα της φύσης.
Να κόβεις τις φλέβες σου
για να τρέξει περισσότερο το αίμα
και να σε παίρνει ο ύπνος.
Ψωνίζουμε με έκπτωση στα παζάρια του κρέατος.
Για το αίμα που χύνεται
στις απρόβλεπτες γωνίες της ζωής μας.
Για τα κόκαλα που.....γλείφουν τα σκυλιά
στα σχεδιασμένα ατυχήματα της Ιστορίας.
Σφυρίζοντας ανομολόγητα μοιρολόγια
- δαγκώνοντας το έμβρυο της φωνής -
κομματιάζουμε
με δάχτυλα κοφτερά
μνήματα της γλώσσας.
Νοήματα αναλφάβητα του σώματος.
Που μας γειώνουν στην απουσία πού ψηλαφούμε.
Με την ταχύτητα της ύλης που γίνεται καημός.
Τίμημα αθανασίας
στους ανθισμένους γκρεμούς
που παίζουμε και πέφτουμε πάντοτε.
(Ξυπόλυτοι. Πόδια, χέρια, στήθια. Κοιλιά.
Πλάτη, μασχάλες, λαιμός. Χείλη, γλώσσα, δόντια.
Μάγουλα. Μάτια.)
Στην ανθηρότητα της λήθης
με σάρκα και οστά.
Μετέωρο χώμα.
Λίπασμα καλό.
Παναγιώτης Κερασίδης
-η λέξη, τχ. 183-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου