Tου Παντελη Μπουκαλα
Διαβάστε περισσότερα...
Και πέρυσι και πρόπερσι, αλλά και πολύ προτού μας σφίξει η κρίση, κόσμος πολύς ανέβαινε την Καθαρά Δευτέρα στου Φιλοπάππου και όπου αλλού συγκεντρώνονται οι άνθρωποι αναζητώντας ένα λείψανο έστω γιορτής και κοινότητας. Ενα κομμάτι αυτού του κόσμου, αρκετά μεγάλο, στεκόταν στην ουρά για τη φασολάδα και τις ελιές που πρόσφερε ο δήμος. Και τίποτα το δραματικό δεν έλεγαν τότε στα κανάλια, ότι ιδού, οι Ελληνες πεινάνε, γι’ αυτό στριμώχνονται για ένα κομμάτι λαγάνα και λίγο χαλβά. Το πολύ πολύ ν’ ακούγαμε τις αμήχανες δηλώσεις των δημάρχων και κάποιες εγκυκλοπαιδικού τύπου πληροφορίες για τα κούλουμα και τα αποκριάτικα έθιμα γενικότερα που «μας συνδέουν με τα χρόνια της Τουρκοκρατίας και από κει κατευθείαν με την αρχαιότητα», δίχως στάση στο Βυζάντιο.
Φέτος ωστόσο τα ρεπορτάζ είχαν τον τόνο του πένθιμου κι ας μιλούσαν για γιορτή, με φόντο ανθρώπους που, παρά το κρύο του καιρού ή της ψυχής τους, προσπαθούσαν κάπως να διασκεδάσουν. Και πια οι ουρές θεωρήθηκαν αποδεικτικό της ανέχειας, της πλήρους μάλιστα ανέχειας «που οδηγεί τους ανθρώπους στην ουρά για ένα πιάτο φασολάδα». Με μερικές δηλώσεις αυτοπτών, επιλεγμένες ή μη, το μελόδραμα ήταν έτοιμο. Ουδείς (ούτε καν οι κυβερνώντες πράσινοι και γαλάζιοι, ξεφτέρια της δημιουργικής λογιστικής) λοιπόν μπορεί να αμφισβητήσει ότι για μια μερίδα των Ελλήνων τα πράγματα είναι ήδη δραματικά.Αλλά το μελόδραμα ευτελίζει πάντοτε το.............δράμα.
Με την αιφνίδια έξωσή τους στην ανεργία, με τον μισθό πετσοκομμένο, τάχα προς χάριν της ανταγωνιστικότητας ή της «αλληλεγγύης», και με τα απανωτά χαράτσια που επινοεί η κυβερνώσα αναλγησία και η υπερκυβερνώσα τροϊκανική ωμότητα, πολλοί δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα. Και θα ήταν σίγουρα πολύ περισσότεροι αν ο κοινωνικός ιστός δεν είχε αποδείξει ήδη ότι δεν διαλύθηκε εντελώς, όπως εικάζουν όσοι κοινωνιολογούν στην τηλεοπτική ασφάλειά τους. Η κοινωνία λοιπόν, στις γειτονιές ή στα χωριά, βρήκε τρόπους να βοηθάει όσους τραυματίστηκαν βαθύτερα από τον επελαύνοντα «εξορθολογισμό». Και να τους βοηθάει σιωπηρά (ενίοτε με τη συνδρομή του παπά της ενορίας ή του διευθυντή του δημοτικού, που ξαναβρίσκουν τον ξεχασμένο κοινωνικό ρόλο τους), με οργανωμένα «χαριστικά - ανταλλακτικά μπαζάρ», αλλά και με διανομή από τους αγρότες προϊόντων που θα σάπιζαν στις αποθήκες ή θα τα έπαιρναν οι μεσάζοντες έναντι μισογεμάτου πινακίου φακής.
Οι μέρες είναι βαριές και θα βαρύνουν κι άλλο, όπως μας διαβεβαιώνουν οι ίδιοι οι άρχοντες που υποτίθεται ότι δουλεύουν πυρετωδώς για να τους δώσουν λευκό ή ρόδινο χρώμα. Αλλά γι’ αυτό ακριβώς περιττεύει η τηλεοπτική υπερδραματοποίηση. Με τον θεατρικό υπερτονισμό αδικούμε αυτό που όντως συμβαίνει, με πολλούς Ελληνες, αλλά όχι όλους, να δυσκολεύονται αφόρητα. Και επιπλέον κινδυνεύουμε να πέσουμε ξανά θύματα μιας αυτοεκπληρούμενης προφητείας.
kathimerini.gr