Ο Γιώργος, ένας γκάσταρμπαϊτερ, που δεν γνωρίζει καλά γερμανικά, συμβιώνει δύσκολα με τους νέους του γείτονες. Η παρουσία του ασκεί μεγάλη έλξη στις γυναίκες και προκαλεί αποστροφή στους άντρες. Σεξουαλικός φθόνος και μίσος για τον ξένο είναι τα κίνητρα που οδηγούν την παρέα να ξυλοφορτώσει άγρια τον Γιώργο. Τον κατηγορούν ότι «δεν πλένεται, βρωμάει, βιάζει τις γυναίκες τους...». Ο Φασμπίντερ -που ερμηνεύει και τον ρόλο του Γιώργου- γύρισε τον «Ελληνα γείτονα» το 1969, για να περιγράψει επικοινωνιακά αδιέξοδα, μοναξιά, χάος και έναν εκδηλωμένο ρατσισμό, σχεδόν σύμφυτο, σχολιάζει ο ίδιος, στη γερμανική ψυχή. Οι μετανάστες εργάτες στις ταινίες του Φασμπίντερ αντικατοπτρίζουν τον νέο Γερμανό.
Ο «Ελληνας γείτονας» προβλήθηκε εννέα χρόνια μετά την υπογραφή του ελληνογερμανικού «Συμφώνου προσέλκυσης εργατών», στο οποίο θεμελιώνεται η νομική βάση για το μεταναστευτικό κύμα προς τη Γερμανία. Με αφορμή, μάλιστα, τη συμπλήρωση 50 χρόνων από την υπογραφή του Συμφώνου, το Ινστιτούτο Γκαίτε στην Αθήνα διοργανώνει από την ερχόμενη Δευτέρα μεγάλο κινηματογραφικό αφιέρωμα και έκθεση, με τίτλο «Εικόνες μεταναστών - Πού βρίσκονται τα σύνορα προς την πατρίδα;».
Ας ξαναδούμε τον Φασμπίντερ από την απόσταση τεσσάρων δεκαετιών: Μεσημέρι, σε τρόλεϊ της γραμμής Κυψέλη - Παγκράτι. Η κυρία που κάθεται στη διπλανή θέση, περιποιημένη, μαυροντυμένη, ευγενής, εκφράζει....ευθύς εξαρχής την ενόχλησή της για τον νεαρό που μιλάει στο κινητό, δίπλα της. Οχι για την ένταση, αλλά για τη γλώσσα του. Προέρχεται από κάποια αφρικανική χώρα. «Είδατε τι βαριά και άσχημα που προφέρουν τις λέξεις τους;». Διακριτικά, στρέφεται στην πλευρά μου και ξεκινάει ένα μονόλογο, ήρεμο, χωρίς οργή ή εκρήξεις, σα να κάνει πρόβα σε μονόπρακτο για έναν ηθοποιό. «Μένω στην πλατεία Κουμουνδούρου. Οταν πρωτοπήγα, πριν από 20 χρόνια, ή γειτονιά είχε εντελώς διαφορετική όψη. Ηταν ήρεμη και φιλική...». Περιγράφει το τοπίο, τη σχέση της με τους άλλους, τότε. Τώρα, η εξιστόρηση θυμίζει δεκάδες κείμενα που γράφονται εδώ και μήνες για την υποβάθμιση του κέντρου. Συμμετείχε μάλιστα σε μια συνάντηση των κατοίκων της περιοχής που έγινε πριν από μέρες με πρωτοβουλία της ηθοποιού Αννας Βαγενά (το θέατρό της βρίσκεται στην Ακαδήμου). Από την ηγεσία της Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής πληροφορήθηκαν ότι το πρόβλημα οξύνεται από τον αυξημένο αριθμό Σομαλών εμπόρων ναρκωτικών. «Ερχονται στην Ελλάδα -μας είπαν- γιατί τους απελαύνει η Ισπανία που ήταν η πρώτη επιλογή τους». Τον τελευταίο καιρό, ομολογεί, υπάρχει μικρή βελτίωση. «Πλησιάζουν, βλέπετε, οι δημοτικές εκλογές και ο δήμαρχος αποφάσισε να ασχοληθεί». Το όψιμο ενδιαφέρον δεν ξεγελάει κανέναν... Υστερα από μικρή παύση, εξομολογείται και μια άλλη πηγή εκνευρισμού: τα κινέζικα. «Ενας εμφανίζεται, δεκάδες ακολουθούν. Τους έχετε ακούσει να μιλάνε; Προχθές ήρθε ο εγγονός μου και δεν άντεξε, έφυγε. Οι φωνές τους φτάνουν από το ισόγειο στον τρίτο». Ως την Ομόνοια που κατέβηκε δεν έδωσε σημασία στον αντίλογο. Ακόμη και όταν ρωτούσε («μα, είδατε;») δεν περίμενε απάντηση. Δεν απευθυνόταν στον συνομιλητή αλλά στον θεατή.
Αυτή τη φορά στον μακρύ κατάλογο φόβου, θυμού και αποστροφής, έφτασε να ενοχλεί η ξένη γλώσσα.
Η πόλη σε νευρικό κλονισμό. Δεν είναι μόνο η θέα, η απελπισία, η διαπιστωμένη παραβατικότητα, η εγκατάλειψη, προστίθενται και οι λέξεις, η προφορά, το ηχόχρωμα. Αν δεν αρχίσουν να εφαρμόζονται λύσεις αποσυμπίεσης, σε ένα πρόβλημα σύνθετο, ευαίσθητο και -κυρίως- διογκούμενο, λύσεις όχι προεκλογικά εμβαλωματικές (και ως εκ τούτου άχρηστες), αλλά μακροπρόθεσμες και διακρατικές, τότε πολύ σύντομα και οι τελευταίες εκλάμψεις ανθρωπισμού θα καλυφθούν από ορμητική και πολλαπλασιασμένη δυσφορία.
Ο Ελληνας γείτονας μπόρεσε να υπάρξει γιατί αποτέλεσε μέρος της παραγωγικής διαδικασίας, του εργατικού δυναμικού. Ηταν ένα πρόσφορο αντικείμενο εκμετάλλευσης. Στην Ελλάδα της κρίσης και της ανεργίας εξαντλείται κι αυτό. Ο ξένος ταυτίζεται με την εγκληματικότητα. Υπερχειλίζει η επιθετικότητα, η μη ανοχή. Με όλες τις αισθήσεις σε συναγερμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου