Του ΔΗΜΗΤΡΗ Α. ΣΕΒΑΣΤΑΚΗ*
Ολοι οι δείκτες κατακρημνίζονται σε μια κόκκινη τρύπα. Η υποβάθμιση των ΗΠΑ από τους Οίκους έφερε την επέλαση στα αθώα χρηματιστηριακά στήθη. Το Λονδίνο, η μητρόπολη της νεοφιλελεύθερης αποικιοκρατίας, καίγεται μέσα σε έναν απίθανο Δεκέμβρη Αυγούστου.
Η Στουρνάρη διεισδύει στην καλοσιδερωμένη βρετανική ΠΟΠ ή οι ελληνικές λογιστικές λαθροχειρίες χώνονται στα Αγια της αμερικανικής κερδοσκοπικής αειφορίας; Καίγονται λοιπόν τα σύνορα του Καλού με το Κακό; Σκοτεινά και προβλέψιμα μίγματα μιας δυσμορφίας των εποχών, μιας κλιματικής αλλαγής στα οικονομικά ήθη.
Ενας Αύγουστος χειμώνας, που καταστρέφει την ψυχραιμία και υποβαθμίζει τους δείκτες και τη γραφειοκρατία Βρυξελλών και Κογκρέσου. Αλλάζει λοιπόν αυτόν το Μεγάλο Αύγουστο η Εποχή, ή αλλάζουν οι μέθοδοι διάτρησης των εποχών; Αν πρώτα δεν βρει κανείς έναν ιστό χαμηλών ερωτημάτων, δεν μπορεί να θέσει τις προϋποθέσεις για τα υψηλά και ιστορικά επείγοντα. Ας πούμε, ο Αύγουστος για τον Ελληνα αγρότη ήταν ο πρώτος μήνας του τρύγου, ήταν μήνας αγωνίας για οινικούς βαθμούς. Ο νεοφώτιστος αστός, ο κάτοικος μιας μαραμένης συνοικίας, τον.......μετέβαλε σε μήνα των διακοπών του, σε μήνα του κολλώδους αντιηλιακού και της υστερικής ξεκούρασης.
Η ελληνική πολιτική σκηνή δεν κατάφερε να συνθέσει τα δύο είδη Αυγούστου, τον τρύγο και την πόση, τον αγρότη και τον επισκέπτη, το δημιουργό και τον αναγνώστη, τον τόπο (δηλαδή το αμπέλι) και το διάτοπο (δηλαδή την πόλη). Δεν μπόρεσε να συνθέσει την αγροτική εργασία (και κάθε μορφή εργασίας) με την αστική συνείδηση κι αυτό διαμέλισε και τον τόπο και τον κάτοικο. Οχι μόνο οικονομικά αλλά κυρίως στους τρόπους, στις πολιτικές συμπεριφορές, στις ερμηνείες. Η διαμελισμένη αυτοσυνείδηση πολύ λιγότερο οφειλόταν στη θρυμματισμένη πολιτική σκηνή και περισσότερο στον ηθικά αλλά και λειτουργικά ασύντακτο διαμοιρασμό του συλλογικού κόπου. Αναπόφευκτα, η ασυνταξία εκφράζεται με έναν μάταιο φόβο, όπου ο καθένας ιδιωτικοποιεί την απειλή, εξατομικεύει τον κίνδυνο, ανταγωνίζονται, μάλιστα, οι ατομικοί φόβοι, παράγονται ειδικές προσωπικές και ιδιόκτητες οδύνες. Συχνά μέσα σ' αυτόν τον ιδιότυπο φοβικό κόσμο, τόσο του παραγωγικού ανορθολογισμού όσο και της τυφλής χρηματοπιστωτικής τρέλας, φοβάται κανείς για τη δουλειά του, την κόρη του, το σπίτι του, για αρχαϊκά πράγματα που υποτίθεται τα τεκμηρίωσε η νεοτερικότητα. Σπάνια όμως φοβάται με τις λέξεις, με τη σημαντική των κειμένων που ένα βιβλίο ή μια καλή εφημερίδα πράττει και νοεί. Σπάνια φοβάται για τον τόπο έτσι όπως τον εισηγήθηκε ο Παπαδιαμάντης, η Γενιά του '30, το διεθνές εργατικό κίνημα, η αστική δημοκρατία, το αντάρτικο, η χούντα, το μοντέρνο και η ποίηση. Ο καθένας φοβάται τριπλά: και στον ίδιο το φόβο και στην έκπτωτη εκδοχή του φόβου και στην εκλογίκευση του φόβου. Αραγε το μαζικό πέρασμα στο φόβο είναι η νέα Εποχή ή η αποσύνθεσή της; Δεν νομίζω ότι η είδηση των κόκκινων ταμπλό και της νερώνειας χρηματοπιστωτικής ανάφλεξης λυτρώνει από το ανασχετικό εργαστήρι του φόβου. Αλλά το κύριο είναι, μέσα στις στρώσεις φόβου, να περισσέψει ύλη για σκέψη και περίσκεψη και θυσιαστική εκλογίκευση. Ο καθένας μπορεί να καταστραφεί στην ίδια την υψηλή και πείσμονα ηθική του, αλλά δεν πρέπει να διδαχτεί μέσα από αυτό την ανηθικότητα. Υπάρχει ελπίδα: ο Οίκος και η πολιτική γραφειοκρατία του, αυτή η παραοικονομική και εξωπολιτική νεοπλασία, αυτό το κράμα των απορριμμάτων της ιστορίας, τρώει πεινασμένος τους γονείς του πριν αρχίσει να τρώει τα παιδιά του και τα σπλάχνα του. * Ζωγράφος, επ. καθηγητής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ
enet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου