O Frank Serpico ήταν ο πρώτος αστυνομικός στην ιστορία των Η.Π.Α. που εναντιώθηκε στην αστυνομική διαφθορά και κατέθεσε σε δικαστήριο για παράνομους χρηματισμούς εκατομμυρίων δολαρίων σε αστυνομικούς.
Ο Σέρπικο γεννήθηκε στο Μπρούκλιν των ΗΠΑ στις 14 Απριλίου 1936. Οι γονείς του ήταν Ιταλοί μετανάστες. Στα 18 του κατατάχθηκε στον στρατό και πολέμησε στον πόλεμο της Κορέας για 2 χρόνια.
Το 1959 μπήκε στο Σώμα της Αστυνομίας και μετά την αποφοίτησή του τοποθετήθηκε στο τμήμα της Νέας Υόρκης, όπου διαπίστωσε διαφθορά αστυνομικών σε μεγάλο βαθμό. Γρήγορα προήχθη σε μυστικό πράκτορα (οι μεταμφιέσεις του προκειμένου να συλλάβει τους κακοποιούς άφησαν εποχή), οι επιτυχίες του όμως ενόχλησαν πολλούς συναδέλφους του στο τμήμα όπου υπηρετούσε, οι οποίοι χρηματίζονταν από τον υπόκοσμο για να κάνουν τα στραβά μάτια ή για να ειδοποιούν τους γκάνγκστερ πριν από τις εφόδους της αστυνομίας.
Η καριέρα του, κυρίως στο Μπρούκλιν και στο Μπρονξ ήταν μικρής διάρκειας, λόγω του ότι απέφευγε να είναι μέρος αυτής της διαφθοράς, ρισκάροντας τη ζωή του για να αποκαλύψει τους «βρώμικους» αστυνομικούς.
Το 1967 κατέθεσε στο τμήμα αποδείξεις γι' αυτούς, αλλά η γραφειοκρατία τον αποθάρρυνε, ώσπου συνεργάστηκε με έναν άλλο «αδιάφθορο» τον David Durk. Ο Durk τον βοήθησε στην προσπάθειά του για την κάθαρση της αστυνομίας.
Ο Σέρπικο πίστευε ότι οι συνάδελφοί του γνώριζαν…για τις μυστικές του συναντήσεις και τους σκοπούς τους, και μην έχοντας πια που να απευθυνθεί, έδωσε πληροφορίες για ένα πρωτοσέλιδο στην New York Times στις 25/04/1970 για την αστυνομική διαφθορά στην Νέα Υόρκη.
Αυτό ανάγκασε τον Δήμαρχο της πόλης John V. Lindsay, να δημιουργήσει μια 5μελη επιτροπή που θα εξέταζε το όλο θέμα, με επικεφαλής τον δικαστή Whittmann Knapp, την Επιτροπή Knapp.
Στις 3 Φεβρουαρίου του 1971, κατά την διάρκεια μιας έρευνας-σύλληψης εμπόρων ναρκωτικών στο Μπρούκλιν, ο Σέρπικο πυροβολήθηκε. Τέσσερις τοπικοί αστυνομικοί είχαν πάρει την πληροφορία για παράνομη συναλλαγή ναρκωτικών ουσιών. Έμοιαζε για υπόθεση ρουτίνας. Οι δύο από αυτούς έμειναν στο αυτοκίνητο, ο τρίτος παραφύλαγε στην κεντρική είσοδο του κτιρίου ενώ ο Σέρπικο σκαρφάλωσε από την σκάλα κινδύνου, παρακολούθησε την αγορά, άκουσε το συνθηματικό και μετά ακολούθησε τους αγοραστές έξω.
Οι αστυνομικοί αφού συνέλαβαν τους αγοραστές που κουβαλούσαν μια σακούλα με δύο κιλά ηρωίνης, αποφάσισαν να στείλουν τον Σέρπικο να προσποιηθεί κι αυτός τον αγοραστή, για να συλλάβουν την σπείρα. Άλλοι δυο αστυνομικοί ανέβηκαν πάνω μαζί του κι ο Σέρπικο χτύπησε την πόρτα του διαμερίσματος, κρατώντας στο άλλο χέρι το περίστροφό του μέσα από το τζάκετ του. Η πόρτα άνοιξε λίγα εκατοστά κι ο Σέρπικο την έσπρωξε με δύναμη κι έσπασε την αλυσίδα προστασίας. Πέρασε το μισό κορμί του μέσα στο διαμέρισμα αλλά οι έμποροι προσπάθησαν να την κλείσουν. Οι συνάδελφοί του απλώς τον κοίταζαν κι όταν τους φώναξε για βοήθεια δεν ανταποκρίθηκαν.
Ο Σέρπικο πυροβολήθηκε στο πρόσωπο από απόσταση επαφής. Η σφαίρα διαπέρασε το μάγουλό του λίγο κάτω από το μάτι και σφηνώθηκε στο σαγόνι του. Έπεσε κάτω αιμόφυρτος, αλλά οι συνάδερφοί του δεν ανέφεραν στο «κέντρο» ότι πυροβολήθηκε αστυνομικός. Ο Σέρπικο σώθηκε από έναν ηλικιωμένο ισπανόφωνο από το διπλανό κτίριο, που κάλεσε τις πρώτες βοήθειες και τον κράτησε ζωντανό μέχρι να'ρθει το ασθενοφόρο.
Ο Σέρπικο γλίτωσε τη ζωή του, αλλά κουφάθηκε από το αριστερό αυτί ενώ, για χρόνια υπέφερε από πόνους στο σαγόνι και στο κεφάλι του.
Αναπάντητα ερωτηματικά έμειναν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες ο Σέρπικο πυροβολήθηκε, καθώς και η υπαιτιότητα των συναδέρφων του. Έμεινε έτσι η υποψία ότι ο Σέρπικο οδηγήθηκε σε «παγίδα» από τους συναδέρφους του για να σκοτωθεί.
Στις 3 Μαϊου 1971, το New York Metro Magazine δημοσίευσε ένα άρθρο για τον Φρανκ με τίτλο "Portrait Of An Honest Cop". Στις 10 Μαϊου κατέθεσε σε δίκη εναντίον αξιωματικού της αστυνομίας που κατηγορείτο για παράνομο χρηματισμό από τζογαδόρους.
Στις 14 Μαϊου του απένειμαν το Χρυσό Σήμα της Αστυνομίας και προήχθη σε ντεντέκτιβ.
Τον Οκτώβρη και τον Δεκέμβρη του 1971 ο Σέρπικο κατέθετε στην Επιτροπή Knapp: «Μέσω της παρουσίας μου σήμερα εδώ, ελπίζω ότι οι αστυνομικοί στο μέλλον δεν θα ζήσουν την ίδια απελπισία και το ίδιο άγχος στα οποία υποβλήθηκα τα τελευταία πέντε χρόνια από τους ανωτέρους μου, στη προσπάθειά μου να αναφέρω την διαφθορά...Δημιουργείται ένα κλίμα μέσα στο οποίο ο έντιμος αστυνομικός φοβάται τον διεφθαρμένο, και όχι το αντίθετο...».
Ένα μήνα μετά, αφού παρέλαβε το Μετάλλιο της Τιμής, την μεγαλύτερη τιμή για αστυνομικό, ο Φρανκ Σέρπικο συνταξιοδοτήθηκε. Πήγε στην Ελβετία για αποθεραπεία όπου έζησε περίπου μια δεκαετία.
Η ιστορία του γράφτηκε από τον Peter Maas και έγινε ένα βιβλίο best seller, στο οποίο το 1973 βασίστηκε το σενάριο της ταινίας «Σέρπικο». Σκηνοθέτης της, ο Σίντνεϊ Λιούμετ (ο οποίος πέθανε πριν λίγες μέρες) και πρωταγωνιστής ο Αλ Πατσίνο. Την μουσική της ταινίας έγραψε ο Μίκης Θεοδωράκης.
Ο Σέρπικο επέστρεψε στη Ν. Υόρκη από την Ελβετία το 1980. Ζει σαν ερημίτης σε μια καλύβα από κορμούς δέντρων, στην άνω κοιλάδα του ποταμού Χάτσον, στην πολιτεία της Νέας Υόρκης, όπου γράφει τις αναμνήσεις του και μιλάει για ζεν και βουδισμό.
Δεν σταμάτησε ποτέ να καταδικάζει την αστυνομική διαφθορά και βιαιότητα, να μιλάει εναντίον του ελλείματος των πολιτικών δικαιωμάτων, καθώς και εναντίον της αστυνομικής αυθαιρεσίας. Προσφέρει πάντα την βοήθειά του σε άτομα που αναζητούν την αλήθεια και την δικαιοσύνη και που αψηφούν κάθε προσωπικό κόστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου