Του Σπύρου Μανουσέλη
Εχει διαπιστωθεί ότι σε συνθήκες οικονομικής κρίσης και κοινωνικής ανασφάλειας ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού, μετά τις πρώτες αυθόρμητες αντιδράσεις οργής, περιπίπτει στο μάλλον ασαφές, και επομένως άκρως ψυχοδιαβρωτικό συναίσθημα της κατάθλιψης.
Υπάρχει άραγε κάποια βαθύτερη βιολογική σκοπιμότητα ή έστω κάποια ψυχολογική αναγκαιότητα για την ύπαρξη τέτοιων εμφανώς αυτοκαταστροφικών συναισθημάτων; Σε χαλεπούς καιρούς, έχει ίσως κάποιο ενδιαφέρον να εξετάσουμε πώς η σύγχρονη επιστήμη επιχειρεί να κατανοήσει τους μη συνειδητούς νευροβιολογικούς μηχανισμούς (εγκεφαλικούς και ψυχολογικούς), οι οποίοι όχι απλώς διαμορφώνουν αλλά και παραδόξως συντηρούν τα καταθλιπτικά συναισθήματα που δηλητηριάζουν τη ζωή μας.
Απ' ό,τι φαίνεται, το 2030 η κατάθλιψη θα αποτελεί τη δεύτερη αιτία ασθένειας του ανθρώπινου πληθυσμού, με πρώτη πιθανά το AIDS, ενώ στην τρίτη θέση ακολουθούν οι καρδιαγγειακές παθήσεις. Αν μάλιστα περιοριστούμε στις πιο εύπορες οικονομικά χώρες -τις λεγόμενες «High Income Countries», σύμφωνα με την κατάταξη της Παγκόσμιας Τράπεζας- τότε στο άμεσο μέλλον η κατάθλιψη και οι σχετικές με αυτήν ψυχοσωματικές διαταραχές θα αποτελέσουν το υπ' αριθμόν ένα υγειονομικό πρόβλημα της ανθρωπότητας.
Εχει μάλιστα υπολογιστεί ότι ήδη στις ΗΠΑ και την Ε.Ε. πάνω από το 30% του πληθυσμού έχει υποφέρει, κάποια στιγμή της ζωής του, από μια σοβαρή μορφή κατάθλιψης. Ενώ, τα τρία τελευταία χρόνια, μόνο στη γηραιά Ευρώπη έχουν διαγνωσθεί τα τυπικά συμπτώματα της μείζονος κατάθλιψης σε πάνω από 18,5 εκατομμύρια ενήλικους πολίτες (ηλικίας μεταξύ 18 και 65 ετών), αριθμός που δυστυχώς παρουσιάζει κάθε χρόνο αυξητικές τάσεις. Αυτό το άκρως ανησυχητικό και....απειλητικό σενάριο δεν αφορά αποκλειστικά τις πιο αναπτυγμένες χώρες, διαπιστώνεται σχεδόν παντού από τις σχετικές επιδημιολογικές μελέτες που πραγματοποιούνται διεθνώς τα τελευταία χρόνια, όπως αυτές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Ενα άλλο φαινόμενο, που συνδέεται στενά με την αυξημένη διάγνωση καταθλιπτικών επεισοδίων, είναι και η σαφής αύξηση στην κατανάλωση αντικαταθλιπτικών ουσιών: για παράδειγμα, ένας στους πέντε Αμερικανούς ζητά από τον γιατρό του ή καταφεύγει από μόνος του στη λήψη αντικαταθλιπτικών μόλις δει τη σχετική διαφήμιση για κάποιο νέο «θαυματουργό» φάρμακο. Το περίεργο είναι ότι η ανθρωπότητα φαίνεται πως εισήλθε στην «Εποχή της Κατάθλιψης» (γύρω στη δεκαετία του '90) ταυτόχρονα με τη μαζική παραγωγή και χορήγηση του Prozac, του πρώτου σύγχρονου αποτελεσματικού αντικαταθλιπτικού!
Μια μεταμοντέρνα επιδημία;
Γιατί άραγε όλο και περισσότεροι άνθρωποι καταφεύγουν συστηματικά στη χρήση αντικαταθλιπτικών ουσιών; Τα άτομα αυτά είναι θύματα της συστηματικής προπαγάνδας των μεγάλων φαρμακευτικών εταιρειών ή, αντίθετα, η συμπεριφορά τους αυτή προκύπτει από την ανάγκη αντιμετώπισης μιας πραγματικής ψυχοσωματικής διαταραχής; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν είναι καθόλου προφανής. Πάντως, είναι σχεδόν βέβαιο ότι στη σημερινή μαζική κατανάλωση αντικαταθλιπτικών ουσιών έχει συμβάλει μια μάλλον ασαφώς προσδιορισμένη έννοια της «κατάθλιψης, που υιοθετείται ωστόσο αλόγιστα και καταχρηστικά από κάποιους ειδικούς για να περιγράψουν και να «κατανοήσουν» τις πιο ετερογενείς νοητικές διαταραχές.
Τελικά, η σύγχρονη «επιδημία της κατάθλιψης» αποτελεί όντως εκδήλωση μιας μαζικής ψυχοπαθολογικής συμπεριφοράς ή, αντίθετα, αποτελεί «απλώς διαφημιστική επινόηση» για την προώθηση αντικαταθλιπτικών φαρμακευτικών προϊόντων, όπως διατείνονται ορισμένοι κοινωνικοί ψυχολόγοι και ψυχοθεραπευτές; Η απάντηση εξαρτάται από το πώς ορίζει κανείς και συνεπώς με ποια κριτήρια αναγνωρίζει αυτή την «αποκλίνουσα» συμπεριφορά.
Πολλές υποψίες εξάλλου γεννά και το γεγονός ότι μόλις πριν από μία ή δύο γενεές η εμφάνιση και η διάγνωση των πρώτων καταθλιπτικών συμπτωμάτων συνέβαινε συνήθως κατά το 34ο ή 35ο έτος της ηλικίας ενός ατόμου, ενώ σήμερα τα πρώτα συμπτώματα εμφανίζονται ήδη από την εφηβεία, από το 14ο έτος. Επιπλέον, ενώ μέχρι πριν από μερικά χρόνια οι ειδικοί θεωρούσαν ότι πρόκειται για μια σχετικά σπάνια μορφή ψυχικής διαταραχής που κατά κανόνα πλήττει άτομα προχωρημένης ηλικίας (κυρίως γηραιές κυρίες), στις μέρες μας η «κατάθλιψη» αποτελεί τη συχνότερα διαγνωσμένη ψυχική διαταραχή: περίπου οι μισές διαγνώσεις ψυχοπαθολογικών διαταραχών καταλήγουν να ανάγονται σε κάποια μορφή κατάθλιψης. Μήπως εν τέλει θα πρέπει να αποδεχτούμε ότι η «κατάθλιψη» αποτελεί το κατ' εξοχήν σύμπτωμα του μεταμοντέρνου τρόπου ζωής;
Οσο δελεαστική κι αν ακούγεται αυτή η κοινωνιολογίζουσα εξηγητική προσέγγιση, προσκρούει σε μια σειρά από καλά τεκμηριωμένα επιστημονικά δεδομένα. Δεν καταφέρνει, για παράδειγμα, να εξηγήσει γιατί μεταξύ των ανθρώπων υπάρχουν τόσο εμφανείς και σημαντικές διαφοροποιήσεις στις εκδηλώσεις της καταθλιπτικής συμπεριφοράς: από τη «μείζονα» ή μονοπολική κατάθλιψη και την εξίσου σοβαρή διπολική μανιοκατάθλιψη (χαρακτηρίζεται από τυπικές αλλά ανεξήγητες εναλλαγές ευφορίας και κατάθλιψης) μέχρι τις ηπιότερες διαταραχές της ψυχικής διάθεσης (δυσθυμία, μελαγχολία, κ.ά.). Και προφανώς είναι εντελώς διαφορετικό το να αισθάνεται κανείς ψυχολογικά «πεσμένος», κακοδιάθετος ή δυστυχής για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, από το να υποφέρει από ένα σοβαρό καταθλιπτικό επεισόδιο. Το να συγχέουμε αυτές τις τόσο διαφορετικές εκδηλώσεις «κατάθλιψης» είναι σαν να συγκρίνουμε μια φθινοπωρινή βροχούλα με έναν καταστροφικό τυφώνα.
Η διάγνωση ενός σοβαρού καταθλιπτικού επεισοδίου προϋποθέτει την εμφάνιση και την επανάληψη στον χρόνο ενός συνδυασμού από τυπικά συμπτώματα: διαρκής ανικανότητα να αισθανόμαστε χαρά, ολοκληρωτική απώλεια ενδιαφέροντος για οτιδήποτε, ακραία συναισθήματα μίσους ή ενοχής για τον εαυτό μας, πλήρης ανικανότητα να επικεντρώνουμε την προσοχή μας σε οποιαδήποτε εργασία, αϋπνία ή εναλλακτικά υπερυπνία, πλήρης σεξουαλική αδιαφορία και τέλος έντονες αυτοκτονικές τάσεις ή και πραγματικές απόπειρες αυτοκτονίας. Τα άτομα που βρίσκονται σε αυτή την άθλια και εξαθλιωτική κατάσταση δεν γελάνε ούτε χαμογελάνε, δεν τρώνε ούτε μιλάνε, δεν επιθυμούν τη συντροφιά κανενός αφού δεν ανέχονται τον ίδιο τους τον εαυτό.
Οσο για την ανείπωτη αγωνία και την ψυχική οδύνη που βιώνουν τα άτομα που βρίσκονται παγιδευμένα στα δίχτυα της κατάθλιψης είναι πολύ χειρότερη από τον πόνο που προκαλεί κάθε άλλη σωματική ασθένεια. Πράγματι, όπως απέδειξαν διάφορες μελέτες, το γεγονός ότι αυτοί που υποφέρουν από κάποια σοβαρή μορφή κατάθλιψης δεν θέτουν ένα τέλος σε αυτή την αβάσταχτη κατάσταση αυτοκτονώντας οφείλεται στο ότι είναι υπερβολικά εξαντλημένοι για να το κάνουν! Ισως έτσι εξηγείται το φαινομενικά παράλογο γεγονός ότι οι περισσότερες αυτοκτονίες καταθλιπτικών ασθενών συμβαίνουν μόλις «βγαίνουν» ή αρχίζουν να συνέρχονται από ένα καταθλιπτικό επεισόδιο: τα άτομα αυτά βρίσκουν την απαραίτητη ενέργεια για να θέσουν ένα οριστικό τέλος στην «άθλια» ζωή τους μόλις αισθανθούν κάπως καλύτερα.
Ο καταθλιπτικός εγκέφαλος
Χρειάστηκαν δυόμισι χιλιάδες χρόνια για να επιβεβαιώσει η σύγχρονη επιστήμη την πρωτοποριακή θεωρία του Ιπποκράτη ότι έδρα κάθε ψυχικής νόσου είναι ο ανθρώπινος εγκέφαλος. Στα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα ο Ελληνας γιατρός είχε υποστηρίξει ότι για την εμφάνιση της ασθένειας της μελαγχολίας, ό,τι δηλαδή πολύ αργότερα (από το 1660 και μετά) θα περιγράφεται ως κατάθλιψη, ευθύνεται η περίσσεια της μαύρης χολής (μέλαινα + χολή = μελαγχολία).
Σύμφωνα με την ιπποκρατική ιατρική παράδοση, η ψυχική και σωματική υγεία ενός οργανισμού εξαρτάται από την καλή ισορροπία των τεσσάρων σωματικών χυμών: αίματος, φλέγματος, κίτρινης χολής και της αινιγματικής μαύρης χολής. Ο Ιπποκράτης πρώτος υποστήριξε ότι η μελαγχολία είναι ψυχοσωματική νόσος που προκαλείται τόσο από ενδογενή όσο και από εξωγενή αίτα τα οποία δρουν καταστροφικά στη λειτουργία του εγκεφάλου μας επειδή ανατρέπουν τη φυσιολογική ισορροπία των τεσσάρων χυμών. Στόχος της θεραπευτικής αγωγής ήταν να αποκατασταθεί η διαταραγμένη χημική ισορροπία και για τον σκοπό αυτό υπήρχαν τα κατάλληλα ιάματα (αλλαγή της διατροφής σε συνδυασμό με χορήγηση μανδραγόρα ή ελλεβόρου).
Το μόνο πρόβλημα με τις πρώιμες υλιστικές απόψεις του Ιπποκράτη και των μαθητών του ήταν η παντελής άγνοια της πραγματικής φύσης και του τρόπου δράσης της μέλαινας χολής. Το εξηγητικό αυτό κενό θα οδηγήσει τους επόμενους αιώνες στην ανάπτυξη μιας εναλλακτικής ψυχοκεντρικής θεραπευτικής: μιας «ιερής ιατρικής» της ψυχής που ασκούνταν από μυστικιστές θεραπευτές και οπαδούς των δυϊστικών απόψεων του Πλάτωνα. Οπως εύστοχα παρατηρεί ο Andrew Solomon στο περίφημο βιβλίο του για την κατάθλιψη, «Ο δαίμων της μεσημβρίας» (βλ. ειδικό πλαίσιο): «Ο Ιπποκράτης είναι στην πραγματικότητα ο παππούς του Prozac, ο Πλάτων είναι ο παππούς της ψυχοδυναμικής θεραπείας».
Και αποκαλύπτεται επαρκώς η πολυπλοκότητα αυτών των φαινομένων από το γεγονός ότι απαιτήθηκαν δυόμισι χιλιετίες για να επιβεβαιωθούν οι πρωτοποριακές αντιλήψεις του Ιπποκράτη και για να δοθεί μια σαφής νευροχημική εξήγηση του νευρολογικού υποστρώματος και της λειτουργίας της αινιγματικής «μαύρης χολής». Πράγματι, σήμερα θεωρείται βέβαιο ότι την έδρα όλων των «ψυχικών» παθήσεων -αλλά και της ίδιας της άυλης ανθρώπινης ψυχής- θα πρέπει να την αναζητήσουμε μέσα στους περίπλοκους μαιάνδρους του εγκεφάλου μας και στους ακόμη πιο περίπλοκους τρόπους που αυτοί οργανώνονται ανατομικά και λειτουργικά.
Σε ό,τι αφορά ειδικότερα στον εντοπισμό της βασικής εγκεφαλικής περιοχής που εμπλέκεται άμεσα στην εμφάνιση σοβαρών καταθλιπτικών επεισοδίων, αυτή αποκαλύφθηκε πριν από μόλις δύο ή το πολύ τρία χρόνια. Κυρίως χάρη στο σημαντικό έργο της Helen Mayberg, μιας διάσημης Αμερικανίδας ψυχιάτρου που αποστάτησε από την παραδοσιακή ψυχιατρική προσέγγιση για χάρη της σύγχρονης πειραματικής νευροεπιστήμης. Ετσι μάθαμε ότι σε όλα τα καταθλιπτικά επεισόδια είναι υπερδραστήρια η περίφημη πια «περιοχή 25». Η περιοχή αυτή του εγκεφαλικού φλοιού, όπως διαπίστωσαν, βρίσκεται σε ένα κομβικό σημείο επικοινωνίας μεταξύ δύο διαφορετικών -από εξελικτική και λειτουργική άποψη- περιοχών του εγκεφάλου μας: του πιο πρόσφατου, εξελικτικά, μετωπιαίου εγκεφαλικού φλοιού, που ρυθμίζει όλες τις ανώτερες νοητικές μας λειτουργίες, και ορισμένων δομών του «αρχαιότερου» μεταιχμιακού συστήματος που βρίσκονται στο βάθος του εγκεφάλου και ρυθμίζουν τις συναισθηματικές αντιδράσεις μας. Κατά κάποιο τρόπο η «περιοχή 25» στα άτομα που πάσχουν από κατάθλιψη μοιάζει με μια «παραβιασμένη πόρτα» που μένει ανοιχτή και επιτρέπει την ελεύθερη και ανεξέλεγκτη είσοδο όλων των αρνητικών αισθημάτων που τελικά κατακλύζουν σχεδόν κάθε σκέψη και συναίσθημα της ή του καταθλιπτικού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου