Tου Νίκου Κωνσταντάρα
Η φιλόδοξη απογραφή που ξεκινάει αυτήν την εβδομάδα θα μας πει πόσοι ζουν σε αυτήν τη χώρα αυτή την περίοδο της μεγάλης αναπροσαρμογής, καθώς και ποια είναι τα οικονομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά της Ελλάδας.
Αυτό που δεν θα μας πει είναι πώς θα αντέξουμε τα δύσκολα χρόνια που έρχονται και πόσοι θα μετρηθούν στην επόμενη απογραφή, το 2021. Είναι σαν να μετράμε τις διαστάσεις ενός ασθενούς χωρίς να γνωρίζουμε τις δυνάμεις που θα χρειαστεί για να αντέξει στα βάσανα της ασθενείας του αλλά και στη θεραπεία. Πώς μετριέται, όμως, η δύναμη και η αντοχή ενός λαού;
Από πλευράς πληθυσμού, ό, τι κι αν καταγράψει η νέα απογραφή, το σίγουρο είναι ότι οι Ελληνες δύσκολα θα γλιτώσουν από τη δημογραφική βόμβα στα θεμέλια της κοινωνίας.
Η απογραφή του 2001 έδειξε ένα σύνολο 10.964.020 κατοίκων, εκ των οποίων οι 761.813 ήταν αλλοδαποί.
Το 1991, ο πληθυσμός ήταν 10.259.900• δηλαδή, χωρίς τους «ξένους» και λόγω της υπογεννητικότητας των Ελλήνων, ο πληθυσμός θα είχε μειωθεί μέσα σε δέκα χρόνια. Η γήρανση του πληθυσμού και το στρεβλό ασφαλιστικό σύστημα του παρελθόντος (με τις πολλές πρόωρες συντάξεις) έχει ως αποτέλεσμα την αντιστοιχία 1,7 εργαζομένων προς ένα συνταξιούχο, όταν χρειάζονται 3,5 εργαζόμενοι για κάθε συνταξιούχο για να είναι βιώσιμο το σύστημα.
Αν προσθέσουμε το κύμα μαζικών συνταξιοδοτήσεων τον τελευταίο χρόνο (για να προλάβουν τις δυσμενέστερες διατάξεις του νέου ασφαλιστικού συστήματος), την ανεργία που ξεπέρασε το 15% και τη θέληση πολλών εξειδικευμένων νέων να μεταναστεύσουν, βλέπουμε ότι η αντιστοιχία εργαζομένων-συνταξιούχων πάει προς την καταστροφή. Το γενικότερο οικονομικό κλίμα, όμως, δημιουργεί… κι άλλα δεινά: πόσοι νέοι θα τολμήσουν σήμερα να κάνουν πάνω από ένα ή δύο παιδιά; Επίσης, αν η ανεργία αναγκάσει πολλούς από τους αλλοδαπούς που ρίζωσαν εδώ να φύγουν, θα έχουμε ακόμη λιγότερα έσοδα στα Ταμεία.
Η μεγαλύτερη συρρίκνωση και γήρανση του πληθυσμού θα καταστήσει ασήκωτα τα βάρη των εργαζομένων και θα οδηγήσει σε οικονομικό και κοινωνικό αδιέξοδο. Το πρόβλημα φαίνεται από μία απλή ανάλυση των αριθμών. Αυτό που δεν δείχνουν οι αριθμοί είναι η ποιότητα της ζωής μας – όχι τόσο σε σχέση με την αγοραστική μας δύναμη και τις πολυτέλειες που απολαμβάνουμε, αλλά με επίκεντρο τις ανθρώπινες σχέσεις, τα νήματα που υφαίνουν την κοινωνία.
Η απογραφή δεν θα μας πει για το πολιτικό σύστημα το οποίο παραμένει δέσμιο του παρελθόντος του, ανίκανο να κάνει τις τομές που χρειάζεται η χώρα. Δεν θα μας πει για θεσμούς παγιδευμένους στην ανεπάρκεια και στην απομόνωσή τους από την κοινωνία. Δεν θα μας πει και για τους δημόσιους λειτουργούς και πολίτες που πάνε κόντρα στο ρεύμα, που παίρνουν προσωπικά ρίσκα για να κάνουν τη δουλειά τους. Είτε είναι επιθεωρητές δημόσιας διοίκησης είτε διοικητές νοσοκομείου είτε εφοριακοί, η απλή εκτέλεση των καθηκόντων τους, όπως το απαιτεί η συνείδησή τους, μπορεί να τους εκθέσει σε προσωπικούς κινδύνους από διάφορα συμφέροντα. Τίποτα δεν είναι αυτονόητο και συχνά η υπευθυνότητα είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας.
Πώς μετριέται η ποιότητα των ανθρώπων; Η ευγένεια, η έγνοια για τον άλλον, ο σεβασμός για τον συμπολίτη και για την κοινωνία, το φιλότιμο, το θάρρος, η προσπάθεια να κάνουμε τη δουλειά μας καλά ώστε να ωφελούνται και άλλοι, να είμαστε υπερήφανοι γι’ αυτό που κάνουμε;
Αυτά δεν μετριούνται ούτε είναι πάγια αγαθά• θέλουν προσπάθεια, αφοσίωση και επιμονή - τη μια στιγμή υπάρχουν, την άλλη εξανεμίζονται, όταν υπάρχουν δημιουργούν συνθήκες ασφαλείας ανάμεσα στους πολίτες, όταν απουσιάζουν τους αφήνουν μετέωρους.
Αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα στον υπάλληλο του ΙΚΑ που εξυπηρετεί τον ασφαλισμένο και τον άλλο που αδιαφορεί, που προσβάλλει και τιμωρεί από θέση ισχύος• είναι η διαφορά ανάμεσα στον οδηγό λεωφορείου που περιμένει τον ηλικιωμένο να επιβιβαστεί και τον άλλον που κλείνει την πόρτα στα μούτρα του και φεύγει. Είμαστε ικανοί και για τα δύο, η κοινωνία μας είναι μείγμα των άκρων.
Η διαφορά ανάμεσα στο καλό και στο κακό μέσα μας δεν θα φανεί σε αυτήν την απογραφή. Αλλά έως την επόμενη θα γνωρίζουμε ποιο από τα δύο θα έχει υπερτερήσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου