Tης Μαριαννας Τζιαντζη
Την περασμένη εβδομάδα προβλήθηκε ένα νέο ντοκιμαντέρ του Εξάντα για τον διωγμό των ρουμανικής καταγωγής Τσιγγάνων από τη Γαλλία το καλοκαίρι του 2010 («Χωρίς πατρίδα καμιά», ΝΕΤ).
To θέμα αυτό είχε απασχολήσει όλο τον ευρωπαϊκό Τύπο και τα δελτία ειδήσεων, όχι μόνο για λόγους ανθρωπισμού και συμπόνιας, αλλά και για την πολιτική διάσταση που προσέλαβε, αφού παρόμοιες μαζικές απελάσεις είχαν συμβεί και στο παρελθόν. Σήμερα το θέμα έχει πια ξεθυμάνει, όμως υπάρχει ένα νήμα που συνδέει το χθες με το τώρα και αυτό δεν είναι άλλο από την οικονομική και κοινωνική κρίση και τη διαρκή ανάγκη επινόησης αποδιοπομπαίων τράγων, που αλλάζουν πρόσωπο ανάλογα με τη συγκυρία.
Η αξία αυτού του ντοκιμαντέρ δεν έγκειται μόνο στην ιστορική του τεκμηρίωση και στο εύρος των απόψεων που παρουσιάστηκαν, αλλά κυρίως στο ότι έδειξε πού κατέληξαν οι Ρομά μετά την εκδίωξή τους από τη Γαλλία: σε μια Ρουμανία όπου κυριαρχούν η φτώχεια και το ρατσιστικό μίσος. Εδώ πραγματικά η εικόνα ισοδυναμεί με..........με χίλιες λέξεις (δέκα άτομα σε ένα δωμάτιο, λάσπη, ξυπόλυτα παιδιά), όμως και οι λέξεις είναι σπαρακτικές: «Να φύγουμε από δω, να φύγουμε, να εξαερωθούμε. Εδώ δεν έχουμε ζωή». Πώς να επιζήσουν χωρίς στέγη και δουλειά, μόνο με ένα μηνιαίο επίδομα 9,32 ευρώ για κάθε παιδί;
Απευθυνόμενη στο ελληνικό τηλεοπτικό συνεργείο, μια Τσιγγάνα λέει: «Δεν πρέπει να μας βλέπουν οι ξένοι και να μας λυπούνται, ο πρόεδρός μας πρέπει να μας δει και να κλάψει» - και εννοεί τον πρόεδρο της χώρας, που ένα κινητό τηλέφωνο κατά τύχη τον είχε ηχογραφήσει να καθυβρίζει μια Τσιγγάνα.
Γυρίσματα έγιναν και στη Γαλλία, στο παρισινό προάστιο Σεν Ντενί, όπου οι Ρομά είχαν στήσει έναν καταυλισμό με αυτοσχέδιες παράγκες. Εδώ τα κουτσοβόλευαν με δουλειές του ποδαριού και τρόφιμα από το «Εστιατόριο της Καρδιάς», ενώ μπορούσαν να στέλνουν τα παιδιά τους σχολείο. Πέρυσι το καλοκαίρι ο καταυλισμός ισοπεδώθηκε, όμως κάποιοι Ρομά ξαναγυρίζουν, ξαναχτίζουν τα σπίτια τους με πάσης φύσεως υλικά.
«Ενας λαός, από τους πιο παλιούς της ευρωπαϊκής ηπείρου, που όμως πάντα περίσσευε...». Σήμερα δεν περισσεύουν μόνον οι Ρομά στις χώρες όπου ενθαρρύνονται και φουντώνουν οι ρατσιστικές τάσεις (όπως στη Σουηδία, την Πολωνία, τη Βουλγαρία, την Ουγγαρία), αλλά περισσεύουν πολλοί και παντού. Πρέπει να εξοικειωθούμε με την ιδέα των ανθρώπων που πλεονάζουν, που, ακόμα αν και βρίσκονται σε παραγωγική ηλικία, ποτέ δεν θα μπορέσουν να βρουν νόμιμη δουλειά.
H σκιά της Τελικής Λύσης πλανιέται πάνω από την Ευρώπη, με διαφορετική μορφή από ό, τι στα χρόνια του φασισμού. Σήμερα οι Ρομά δεν εξοντώνονται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως στα χρόνια του Χίτλερ, αλλά καταδικάζονται σε αργό θάνατο, θύματα της ακραίας φτώχειας, της αμάθειας, της αεργίας, δηλαδή καταστάσεων που δεν αφυπνίζουν ό, τι δημιουργικό και ευγενικό έχει μέσα του ο άνθρωπος σε όποια φυλή και αν ανήκει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου