«Διπλωματικόν απόκρυφον», λέει κάποια στιγμή η Γεωργία Βασιλειάδου στην ταινία «Η κυρία δήμαρχος», όταν τη ρωτούν πώς τα καταφέρνει και σέρνει τον κόσμο στην επιρροή της, αποσπώντας τον από τον αντίπαλό της, τον Βασίλη Αυλωνίτη.
Ενα βαρύ κατάστιχο με τις «πομπές» των περιοίκων ήταν το «διπλωματικόν απόκρυφον» της Βασιλειάδου, το πυρηνικό της όπλο. Είχε σημειώσει εκεί καταλεπτώς ποικίλες ατασθαλίες των ψηφοφόρων και, εκβιάζοντάς τους με όλη της τη μαστοριά, τους μετέτρεπε σε ενθουσιώδεις οπαδούς.
Τέτοια κατάστιχα, ογκώδη και δύσχρηστα, δεν υπάρχουν πια. Μ’ ένα δισκάκι ή ένα φλασάκι κάνεις θαυμάσια τη δουλειά σου, στριμώχνοντας λέξεις περισσότερες κι από τους κόκκους της άμμου. Και επειδή το Ιντερνετ είναι η μοναδική μέχρι τώρα γνωστή εκδοχή αθανασίας, οτιδήποτε περνάει εκεί μένει αιωνίως. Ο,τι κι αν κάνει τώρα λοιπόν η παντοδύναμη αμερικανική μηχανή, δεν θα μπορέσει να σβήσει ούτε μία αράδα από τα......250.000 διπλωματικά έγγραφα με τα οποία εφοδίασε την παγκόσμια περιέργεια η ιστοσελίδα Wikileaks.
Για αναφορές Αμερικανών διπλωματών προς τις υπηρεσίες της πατρίδας τους πρόκειται. Και επειδή δεν προορίζονταν για το κοινό βλέμμα, είναι συνταγμένες σε γλώσσα ωμή, το δε περιεχόμενό τους είναι μάλλον κατασκοπευτικού χαρακτήρα και ενίοτε κουτσομπολίστικου παρά πολιτικού, αν και μια χαρά ασκείται η εξωτερική πολιτική και με τέτοιο «χαμηλό» υλικό. Προφανώς οι πρεσβευτές, που αποχαλινώνονται απορρήτως, στα επίσημά τους εκφράζονται ευγενικά και καθωσπρέπει, ιδίως όταν συνομιλούν με τους άρχοντες της χώρας στην οποία υπηρετούν, τους οποίους μολαταύτα κατασκοπεύουν ακόμα και στις ιδιωτικές τους στιγμές. Η διγλωσσία αυτή, πάγια και επιβεβλημένη, δικαιώνει τη γλώσσα που μερίμνησε να εφοδιάσει τη λέξη «διπλωμάτης» (προέκυψε, λέει, από το γεγονός ότι οι εν λόγω κρατικοί υπάλληλοι παρέδιδαν διπλωμένα τα διαπιστευτήριά τους) με τη σημασία του υποκριτή, του ψευδολόγου και του δήθεν – εξ ου και η «διπλωματική ασθένεια».
Αιφνιδιασμένο το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, επιχειρεί τώρα να μαζέψει τα ασυμμάζευτα. Αλλά προς τι; Ετσι συμβαίνει πάντοτε με τις αυτοκρατορίες και τους όπου γης υπηρέτες τους. Και στον καιρό των Ρωμαίων οι έπαρχοι στις αναφορές τους μιλούσαν δίχως ωραιοποιήσεις για τους βαρβάρους της Ανατολής ή του Βορρά. Ετσι ένιωθαν, «ανώτεροι» και επικυρίαρχοι, κι έτσι έγραφαν. Γιατί λοιπόν να γράψουν σε γλώσσα ευπρεπή οι Αμερικανοί, οι οποίοι και νιώθουν και είναι επικυρίαρχοι, πλανητάρχες; Και για να μην τρέχουμε δύο χιλιετίες πίσω, μήπως και από τα ελευθερόστομα απόρρητα του Φόρεϊν Οφις, που «αποδεσμεύονται» με μερικές δεκαετίες καθυστέρηση, δεν μαθαίνουμε τι όντως πίστευαν για τους Ελληνες και όλους τους υπόλοιπους «ιθαγενείς» οι υπερόπτες κληρονόμοι της βρετανικής αυτοκρατορίας;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου