Ο δρόμος είχε τη δική του ιστορία. Κάποια παιδιά έγραψαν τη λέξη «ελευθερία» πριν από 37 χρόνια στον τοίχο με μπογιά. Τα σημερινά παιδιά ήταν αγέννητα όταν έγιναν τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, δεν έχουν βιώματα για να ταυτιστούν, και οι διηγήσεις των γονιών τους μπορεί ν' ακούγονται σαν παραμύθι.
Ωστόσο, το πνεύμα της νεανικής εξέγερσης παραμένει ζωντανό. Οι στριτ άρτιστ κατεβαίνουν στο δρόμο, χτυπούν με γκράφιτι στους τοίχους της πόλης -και δεν χρειάζονται καμιά επέτειο γι' αυτό.
Η εξουσία μπαίνει στο στόχαστρο. Τα σύμβολά της, το πηλήκιο και η στολή, παραμένουν τα ίδια, μόνο το χρώμα έχει αλλάξει από χακί σε μπλε. Αρκεί να κοιτάξει κανείς τα γκράφιτι που απεικονίζουν στους τοίχους την αέναη πάλη: νεαρούς με μολότοφ, ΜΑΤατζήδες με κράνη, οδοφράγματα, περιγράμματα ματωμένων θυμάτων -διά χειρός abuse, antifa, black κ.ά........Ηταν τον Μάιο του 1969 που ο Βλάσης Κανιάρης έκανε το πρώτο βήμα εικαστικής διαμαρτυρίας εναντίον της χούντας εκθέτοντας στη Νέα Γκαλερί της Αθήνας τα συμβολικά γλυπτά του. Γαρίφαλα, γροθιές, παπούτσια, συρματοπλέγματα μέσα σε γύψο, αποτελούσαν ένα εύστοχο σχόλιο για τον «ασθενή» που ο Γεώργιος Παπαδόπουλος είχε θέσει «εις τον γύψον μέχρις ότου ιαθή».
Στο πνεύμα της αντίστασης, η ομάδα των Νέων Ρεαλιστών (Βαλαβανίδης, Δίγκα, Κατζουράκης, Μπότσογλου, Ψυχοπαίδης) έκανε μια μαχητική έκθεση στο Ινστιτούτο Γκέτε και τύπωσε αφίσες με υψωμένες γροθιές. Η Μαρία Καραβέλα αναγκάζεται να κατεβάσει την έκθεσή της στην Αίθουσα Τέχνης Αθηνών-Χίλτον όταν κατασκευάζει ένα εφιαλτικό κελί και γράφει με κόκκινα γράμματα στον τοίχο τη λέξη «βοήθεια». Ομως, και τα κόκκινα γαρίφαλα του Σωτήρη Σόρογκα λογοκρίνονται.
Με αμείωτη φαντασία, στη διάρκεια πάντα της δικτατορίας, ο Γρηγόρης Σεμιτέκολο κάνει χάπενινγκ με κούκλες σε φυσικό μέγεθος που έχουν τα στόματά τους ανοιχτά, σαν κραυγές απόγνωσης αλλά και αφύπνισης. Ο Γιάννης Γαΐτης σκηνοθετεί μια κωμική κηδεία της χούντας στον «Δεσμό». Ο Δημοσθένης Κοκκινίδης ζωγραφίζει τερατόμρφα κεφάλια στρατιωτικών, δικαστές σαν ανδρείκελα, αγωνιστές πίσω από κάγκελα. Συγκλονίζουν τα γλυπτά του Γιάννη Παρμακέλη, που παρουσιάστηκαν και στην πρώτη επέτειο του Πολυτεχνείου, στο σημείο όπου εισέβαλαν τα τανκς: Μπρούτζινα κεφάλια καρφωμένα σε σίδερα, δέσμια μέλη, σώματα κυρτά που βιώνουν την αγωνία...
Ο Βλάσης Κανιάρης, που εκείνη την εποχή βρισκόταν στο Παρίσι, δήλωνε: «Σε συνθήκες σαν αυτές μού είναι αδιανότητο να γίνεται έργο τέχνης, από Ελληνες, που να μην έχει αναφορές, ρίζες, προτάσεις, καημό, ελπίδα, να μην είναι κοντολογίς το τραγούδι ή έστω το μοιρολόι του τόπου μας». Παράλληλα υποστήριζε μια «επιστρατευμένη», λόγω της εποχής, τέχνη, αυτός ο δημιουργός που διακρίνεται για τα αιχμηρά πολιτικά του έργα.
Και σήμερα, όμως, πολλοί νέοι εικαστικοί κάνουν έργα με πολιτικές προεκτάσεις. Ασφαλώς βλέπουν σαν κόκκινο πανί τη στρατευμένη τέχνη, παρότι μπορεί να επιστρατεύονται για έναν προσωπικό τους στόχο. Η πίεση, η απαξίωση, τα αδιέξοδα που νιώθουν οι νέοι άνθρωποι στη σύγχρονη κοινωνία αντανακλώνται με δυναμισμό στα έργα τους. Οπως και η διαμαρτυρία, ο ακτιβισμός, η εξέγερση ενάντια σε κάθε τι κατεστημένο. Ομως και συγκλονιστικά γεγονότα, όπως η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και τα επεισόδια που ακολούθησαν έδωσαν γεμάτες ένταση εικόνες και διαφορετικές διαστάσεις στην τέχνη τους.
Πριν από λίγες ημέρες ο Νίκος Γιαβρόπουλος παρουσίασε στην Cheap Art μια εντυπωσιακή εγκατάσταση με τίτλο «Αθήνα 2450». Σε ένα γύψινο προσομοίωμα των νοτίων μετοπών του Παρθενώνα, πάνω στις αρχικές σκηνές της Κενταυρομαχίας, προβλήθηκε μια επαναλαμβανόμενη σκηνή από πρόσφατη βίαιη σύγκρουση στους δρόμους της Αθήνας. Ο βραβευμένος εικαστικός διατυπώνει την άποψη ότι «2.450 χρόνια μετά τον Παρθενώνα μπορεί τα προβλήματα να είναι διαφορετικά, αλλά η αντιμετώπιση της κοινωνίας, η ροπή προς τη βίαιη επίλυση των διαφορών, τα κτηνώδη αισθήματα των συμπολιτών παραμένουν ίδια».
Η σύγχρονη εκδοχή της Κενταυρομαχίας είναι η πραγματικότητα που βιώνουμε όλοι καθημερινά, ίσως αλλοιωμένη και απονευρωμένη από την εικόνα της τηλεόρασης. Σε μια αλληγορική σχέση του χθες με το σήμερα, ο Γιαβρόπουλος τονίζει ότι η εξέλιξη του ανθρώπου στις επιστήμες, στις τέχνες, τον πολιτισμό δεν κατάφερε να ανατρέψει την αρχέγονη τάση για κυριαρχία και τη βίαιη επίλυση των προβλημάτων της κάθε κοινωνίας.
Από τα γκράφιτι στους δρόμους μέχρι τους τοίχους της 1ης Μπιενάλε της Αθήνας και της γκαλερί «The Breeder», ο Στέλιος Φαϊτάκης αναστατώνει με τις ανατρεπτικές «αγιογραφίες» του: οι ιερομάρτυρές του, νέοι με φωτοστέφανο, μαντίλες και δόρυ δίνουν αιματηρές μάχες με αστυνομικούς. Ορισμένα από τα έργα του μοιάζουν με τοπίο της Αποκάλυψης, κι όπως έχει πει ο ίδιος χαρακτηριστικά στην «Ε», «αναρωτιέμαι μέσω της ζωγραφικής αν αξίζει τον κόπο τελικά να φτάσουν τα πράγματα σε αυτό το ακραίο σημείο. Δεν ξέρω. Θεωρώ όμως ότι η συζήτηση για την ανατροπή και την εξέγερση δεν μπορεί να τελειώσει όσο υπάρχει δυστυχία».
Ακόμα κι ένας ξένος καλλιτέχνης της στριτ αρτ, ο Δανός Αρμσροκ, που δεν έμεινε αδιάφορος από τα γεγονότα του Δεκεμβρίου, μετέφερε τις εντυπώσεις του στους τοίχους του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, που τον φιλοξένησε πέρυσι. Κι αυτός συνέδεσε την αρχαιότητα με το σήμερα, σχεδιάζοντας ελληνιστικά αγάλματα, θεούς, ήρωες και μυθικά τέρατα να συγκρούονται με ένστολους που φορούν αντιασφυξιογόνες μάσκες. Στα μάτια του ο Προμηθέας ήταν ο επαναστάτης που τιμωρείται από τους θεούς γιατί έδωσε τη φωτιά στους θνητούς. «Η εξέγερση του Δεκεμβρίου ήταν συγκλονιστική, έμοιαζε να κουβαλάει την ελληνική ιστορία αιώνων», μας έλεγε τότε. «Νομίζω ότι και σήμερα η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της, όπως ο Κρόνος. Οι νέοι νιώθουν ότι ζουν στο σκοτάδι, ότι δεν έχουν ευκαιρίες για εκπαίδευση, για εργασία. Αισθάνονται ότι δεν υπάρχει σταθερότητα και προοπτική για το μέλλον. Επαναστατούν εναντίον της εξουσίας και όσων θέλουν να ελέγχουν τη ζωή τους. Από την άλλη, όμως, η εξουσία φοβάται τη νεολαία, επειδή αυτή έχει τη δύναμη να αλλάξει τα πράγματα».
Επιθυμία για αλλαγή
Τον περασμένο Φεβρουάριο ο Χάρης Κοντοσφύρης δημιούργησε στην γκαλερί Ζουμπουλάκη το «Ηλεκτρικό σπίτι», προσκαλώντας τον θεατή να εισέλθει στο μυαλό ενός εφήβου λίγο πριν από την «εξέγερση». Τρεις έφηβοι που κλείνουν τις αισθήσεις τους -ο ένας δεν βλέπει, ο άλλος δεν ακούει, ο τρίτος δεν μιλάει- πόστερ, γλυπτά, πινακίδες, κρεβάτια με τσαλακωμένα σεντόνια, επιθετικά αισθήματα και ροκ ενέργεια σκηνογράφησαν αυτή τη σχέση έλξης και απώθησης για το μέλλον. «Βλέπω την εξέγερση σαν την επίγευση της χθεσινής γιορτής», μας λέει ο ίδιος. «Οι νέοι δημιουργούν ενα σύστημα ελοχεύουσας εξέγερσης και το περιφρουρούν. Στο Πολυτεχνείο ήταν ξεκάθαρο ποιοί ήταν οι αντίπαλοι γι' αυτό και η οργάνωση ήταν πιο φανερή, υπήρχε στράτευση, Το τελευταίο συμβάν είχε πολιτική οντότητα αλλά όχι στράτευση».
Η δημιουργία, η βία, ο ρόλος της υποκουλτούρας στην κοινωνική και πολιτική κινητοποίηση αποτέλεσαν και το επίκεντρο ενός εργαστηρίου που οργάνωσε η Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας το 2009, με τη συμμετοχή σπουδαστών από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Τα έργα περιλαμβάνονται σε μια ευρύτερη έκθεση με τίτλο «Utopia Project 2006-2010» που εγκαινιάζεται την Πέμπτη στο Ινστιτούτο Σύγχρονης Ελληνικής Τέχνης (επιμέλεια: Β. Βλασταράς, Μ. Γλύκα, Κ. Γκουτζιούλη). Αντικατοπτρίζουν το ιδανικό και την επιθυμία για αλλαγή αλλά και τους περιορισμούς που βρίσκουν οι νέοι στο δρόμο προς τη διεκδίκηση και την έκφραση των οραμάτων τους.
Της ΠΑΡΗΣ ΣΠΙΝΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου